Η «Αννα Μπολένα» είναι από τις μεγάλες όπερες του ιταλικού Μπελκάντο, όχι όμως τόσο αγαπητή όσο η «Λουτσία» ή η «Λουκρέτσια Μπόρτζια». Έργο γραμμένο για την φωνή της μεγάλης Τζιουντίττα Πάστα, είχε τεράστια επιτυχία όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μιλάνο το 1830.
Ίσως ή μικρή δημοτικότητα αυτής της όπερας που είναι μουσικά ισάξια της «Λουτσίας», να οφείλεται στην μεγάλη της διάρκεια, χωρίς περικοπές διαρκεί περίπου 4 ώρες, και στην δραματική της στατικότητα. Πάνω απ’όλα όμως, και αυτό ισχύει για όλα τα έργα του ιταλικού Μπελκάντο, χρειάζονται πολύ μεγάλους τραγουδιστές για να δικαιωθούν, αλλιώς πολλές φορές καταντούν ανιαρά και κουραστικά.
Η παράσταση που παρακολούθησα ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα από πολλές απόψεις, τόσο σκηνοθετικά όσο και φωνητικά. Ήταν μια αναβίωση της παλαιάς παράστασης που είχε σκηνογραφήσει ο αείμνηστος Νικόλας Γεωργιάδης, και η οποία είχε κάνει τόση εντύπωση στο κοινό της εποχής. Δυστυχώς δεν είχα δει την παράσταση εκείνη για να μπορώ να την συγκρίνω με την αναβίωσή της, σήμερα όμως μου φάνηκε ενδιαφέρουσα αλλά μάλλον ξεπερασμένη αισθητικά. Βαριά σκηνικά που πνίγουν τον χώρο της σκηνής και ακόμα πιο βαριά και άκαμπτα κοστούμια, τα οποία για να αναδειχθούν χρειάζονται χώρο σκηνικό.
Η Τζέννυ Δριβάλα είναι αναμφισβήτητα μια πολύ μεγάλη καλλιτέχνης η οποία διαθέτει ένα δώρο που είναι πολύ σπάνια στους τραγουδιστές σήμερα, την σκηνική παρουσία, και την ηθοποιία. Η σκηνή πραγματικά γεμίζει με την παρουσία της, και ιδιαίτερα στη σκηνή της τρέλας στην τελευταία πράξη η ερμηνεία της ήταν πολύ συγκινητική. Αν και η φωνή της δεν θα έλεγα πως είναι ιδανική για τον ρόλο αυτό αφού απαιτείται μια πραγματική δραματική κολορατούρα, κέρδισε τις εντυπώσεις δίνοντάς μας μια δυνατή αλλά και ευάλωτη εικόνα της ηρωίδας.
Η Βικτώρια Μαιφάτοβα διαθέτει μια εύρωστη και δυνατή φωνή και τραγούδησε με άνεση τον ρόλο της Σεύμουρ, η μόνη μικρή αντίρρηση στην ερμηνεία της αφορά περισσότερο την έλλειψη ύφους και της ιδιαίτερης ευαισθησίας που απαιτεί αυτή η μουσική.
Μόνο τα καλύτερα λόγια μπορεί να πει κανείς για την ερμηνεία του Χριστόφορου Σταμπόγλη στον ρόλο του Ερρίκου. Η όμορφη, εκφραστική φωνή του ταιριάζει απόλυτα στα έργα αυτά του μπελκάντο, είναι ένας ρόλος που τον έκανε απόλυτα κτήμα του, και σε συνδυασμό με την εξαιρετική σκηνική του παρουσία μας έδωσε έναν απόλυτα πειστικό Ερρίκο.
Πάρα πολύ καλή ήταν επίσης και η Λυδία Αγγελοπούλου η οποία αντικατέστησε την άρρωστη Μαρίνα Φιδέλη στον ρόλο του Σμέτον, κάτι που αποδεικνύει πώς όταν το Θέατρο δίνει τους σωστούς ρόλους στους σωστούς ανθρώπους, τα αποτελέσματα είναι πάντα θετικά
Πολύ καλός , αν και κάπως «ελαφρύς» ο Γιάννης Χριστόπουλος στον ρόλο του Πέρσυ, έναν ρόλο που απαιτεί μια πιω μεστή και λυρική φωνή, όπως και ο Χρίστος Αμβράζης στον ρόλο του Ροσεφόρ.
Ο Αλκης Μπαλτάς διηύθυνε με καλή διάθεση την Ορχήστρα της ΕΛΣ, ενώ θετικότατη ήταν όπως πάντα η παρουσία της Χορωδίας του Θεάτρου.
Και μια μικρή υποσημείωση: μεγάλο ενδιαφέρων είχε η συμβολή του Νίκου Ζωρογιαννίδη στο πρόγραμμα, με το άρθρο του για την εποχή της ιστορίας του έργου, πάντα πρέπει να υπάρχουν και άρθρα που να μας δίνουν μια πιό σφαιρική εικόνα του κάθε έργου , και όχι μόνο την μουσική του διάσταση.