Οπως όλη η κουλτουριάρικη Αθήνα, μουσικόφιλη και μή, περίμενα την πολυδιαφημισμένη Νόρμα των Φούρα ντελς Μπάους, σε σκηνοθεσία του Μεσσία των σκηνοθετών Κάρλους Παντρίσια.
Διάβασα με προσοχή το εισαγωγικό σημείωμα το οποίο περισσότερο με μπέρδεψε παρά με διαφώτισε . Το κακό παιδί του Regietheater έστησε την υπόθεση σε μια μελλοντική χώρα, η οποία κατακλύζεται απο σκουπίδια. Φυσικά το κείμενο του έργου ουδεμία επαφή είχε με την σκουπιδοχώρα, οι αναφορές στα δάση, στο φεγγάρι, στους Δρυίδες και στους Ρωμαίους κατακτητές πήγαν περίπατο, άλλα ντ’ άλλα της Παρασκευής το γάλα. Ο Πολλιόνε που κατα τον σκηνοθέτη είναι ο εκπρόσωπος μιας εταιρείας που θέλει να κυριαρχήσει στο νησί (να κυριαρχήσει τι; τα σκουπίδια;), είναι ντυμένος με leather σαν τεκνό που πάει σε μπάρ Σάββατο βράδυ, οι γυναίκες με λαμπάκια που θυμίζουν Χριστουγενιάτικη βιτρίνα μεγαλοκαταστήματος, κάτι δύστυχα αγοροκοριτσάκια που διαπλέουν το Ηρώδειο με μια βάρκα (τα παιδιά της Νόρμα) , και η Κλοτίλδη ντυμένη σαν φρικιό της δεκαετίας του 80, όλος αυτός ο αισθητικός αχταρμάς, μέσα σε ένα σκηνικό απο σίδερα με έναν γερανό που ανέβαζε και κατέβαζε πάνω απο την ορχήστρα τον τρομοκρατημένο Πολλιόνε που προσπαθούσε να πεί την καμπαλέττα της άριάς του… Μέσα σε όλα δύο μεγάλα πλαστικά “προφυλακτικά” που υποτίθεται πως ήταν συλλέκτες νερού, μέσα στους οποίους κολυμπούσαν δύο χορέυτριες (Κύριος οίδε τι παρίσταναν) που συν τοις άλλοις μόλυναν και το νερό που με τόση προσπάθεια συλλέγαν οι Δρυίδες… Η Νόρμα στην μεγάλη άριά της, με ένα καπέλλο αλλά καμπαρέ του 20, με δύο κουτάλες ανακάτευε το νερό , αναφορά μάλλον στον Δρυίδη του Αστερίξ που φτιάχνει το μαγικό ποτό που κάνει ανίκητους τους Γαλάτες.
Τίποτα απο τις αμπελοφιλοσοφίες του σημειώματος του σκηνοθέτη (περί της αυθεντικής αλχημείας της εποχής μας με την πιό σκοτεινή πλευρά του συνεχούς αδειάσματος της ψυχής μας, καταλάβατε τίποτα; το κοινό να δημιουργεί μια σύνθεση εμβυθιστικής εμπειρίας 360 μοιρών, και ο ουράνιος θόλος που θα φωτίσει το κοινό με ένα ηλιακό φωτοκύτταρο, μπλά , μπλά , μπλά, δεν έγινε αντιληπτό απο κανέναν… παρέμειναν στην εμβυθιστικό μυαλό του σκηνοθέτη, ο οποίος δεν κατάλαβε Χριστό απο το έργο.
…και άντε, να δεχτώ μια σούπερ μοντέρνα σκηνοθεσία, λες και είναι η πρώτη ή η τελευταία, αφού λοιπόν την κάνεις αγαπητέ σκηνοθέτη, κούνα και τους τραγουδιστές που είχαν στηλώσει τα πόδια και τραγουδούσαν κκοιτώντας ο ένας τον άλλο χωρίς καμία κίνηση δραματουργική , σαν παράσταση της δεκαετίας του 50. Το μόνο που έκανε ήταν να παρατάξει τη Χορωδία δεξιά και αριστερά της σκηνής, αφήνοντας τους τραγουδιστές στη μοίρα τους…εν ολίγοις την περίμενα πιό ριζοσπαστική τη σκηνοθεσία και κυρίως την κινησιολογία…ένας μικρός βιασμός της Ανταλτζίζα, κανένα χαστουκάκι απο την Νόρμα στον Πολλιόνε δεν θα έβλαπτε….και μια και μιλάμε για σκουπίδια, τα κοστούμια και τα «προφυλακτικά» θα ανακυκλωθούν;
Ας έρθουμε τώρα στο ψητό, το φωνητικό μέρος… Περίμενα πολύ περισσότερα απο την Κάρμεν Τζιαναστάζιο. Η φωνή της ναι μέν δυνατή , διαπερνούσε το Ηρώδειο ειδικά στην ψηλή περιοχή αλλά οι μεσαίες και χαμηλές της νότες σχεδόν δεν ακούγονταν. Καμμία συναίσθηση της μελωδικής γραμμής του Μπελλίνι, ειδικά στη Casta Diva, που οι μουσικές φράσεις κοβόντουσαν συνέχεια. Η φωνή είναι για καθαρά λυρικά έργα, άλλωστε διαβάζοντας την βιογραφία της στο ίντερνετ, οι ρόλοι της είναι κυρίως Μποέμ, Τραβιάτα, Οθέλλος, Παλιάτσοι.
Ο Αρνολντ Ρουκόφσκι έκανε φιλότιμες προσπάθειες με μία παρτιτούρα, που τουλάχιστον σε αυτή τη φάση της καριέρας του, τον ξεπερνάει. Φωνητικά αδύναμος χωρίς δραματική ένταση, είναι ουσιαστικά ένας ελαφρύς τενόρος.
Η μόνη παρουσία που τραγούδησε με μουσικότητα, με σεβασμό στη μουσική του Μπελλίνι, ήδη απο το πρώτο της ρετσιτατίβο, ήταν η Τσέλια Κοστέα η οποία παρ΄όλο το φωνητικό της ατύχημα, τραγούδησε με πάθος και μουσικότητα χωρίς να πτοηθεί στο ελάχιστο, δείγμα της εξαιρετικής τεχνικής της. Η καλύτερη παρουσία της βραδυάς κατα την γνώμη μου.
Αρκετά καλός με δυνατή μεστή δραματική φωνή ο Ρευμοντ Ατσέτο στον ρόλο του Οροβέζο, και εξαιρετικός ο Γιάννης Καλύβας ως Φλάβιο, με μια όμορφη μεστή φωνή.
Η Ορχήστρα της ΕΛΣ υπό την μουσική διεύθυνση του Γιώργου Μπαλατσινού, ειδικά μετά την θριαμβευτική της ερμηνεία λίγες βδομάδες πρίν της όπερας του Σοστακόβιτς, με απογοήτευσε. Δεν άκουσα καμμία αίσθηση του μπελκαντικού χαρακτήρα της μουσικής, ο Μπελλίνι ακουγόταν σαν πρώιμος Βέρντι. Δεν ξέρω πως πήγαν οι υπόλοιπες παραστάσεις, θές η έλλειψη προβών, θές η ζέστη θές το άγχος της πρεμιέρας, μπελκάντο με όλη τη σημασία της λέξης δεν άκουσα..
Τέλος η Χορωδία, με ενισχυμένο δυναμικό, έδωσε τον καλύτερο εαυτό της, αλλά δεν κατάλαβα γιατί αυτό το πλήθος επί σκηνής, πιό πολύ θα ταίριαζε, όπως άλλωστε και η σκηνοθεσία, στο “Δαχτυλίδι” του Βάγκνερ.
Μια παράσταση που δεν θέλω να θυμάμαι , έστω και με τις μικρές φωτεινές παρουσίες, ελπίζω η Λυρική να βγεί απο αυτό τρυπάκι του δήθεν “νεωτερισμού” και να βρεί τη χρυσή τομή. Στο τέλος ένοιωσα, “τα νεύρα μου, και ένα ταξί να φύγω”…
Συμπαραγωγή με τους Λα Φούρα ντελς Μπάους
Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Μπαλατσινός
Σκηνοθεσία – Σκηνικά: Κάρλους Παντρίσσα / Λα Φούρα ντελς Μπάους
Κοστούμια: Αϊτσίμπερ Σανς / Λα Φούρα ντελς Μπάους
Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ
Σχεδιασμός βιντεοπροβολών: Μαρκ Μολίνος, Αλμπέρτο ντε Γκόμπι / Λα Φούρα ντελς Μπάους
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Συνεργάτης σκηνογράφου: Ταμάρα Γιοκσίμοβιτς / Λα Φούρα ντελς Μπάους
Σχεδιασμός δέντρου & γερανού: Ιγνάθιο Ινφιέστα / Λα Φούρα ντελς Μπάους
Φωτισμός κοστουμιών: Ιμανόλ Γκόμεθ / Λα Φούρα ντελς Μπάους
Πολλιόνε: Άρνολντ Ρουτκόφσκι
Οροβέζο: Ρέυμοντ Ατσέτο (5, 9/6) – Τάσος Αποστόλου (7, 11/6)
Νόρμα: Κάρμεν Τζανναττάζιο (5, 9, 11/6) – Μάρτζορι Όουενς (7/6)
Ανταλτζίζα: Τσέλια Κοστέα (5, 9, 11/6) – Έλενα Κασσιάν (7/6)
Κλοτίλντε: Βιολέττα Λούστα
Φλάβιο: Γιάννης Καλύβας
Με την Ορχήστρα και τη Χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Φωτο: D.Sakalakis