Ήταν ασφαλώς ένα μεγάλο ρίσκο εκ μέρους της ΕΛΣ να επιλέξει ένα τόσο δύσκολο έργο, και μάλιστα μια όπερα εντελώς άγνωστη, όπως το έργο «Μαραθών-Σαλαμίς» του συνθέτη Πάυλου Καρρέρ. Το τι πέρασε ο Καρρέρ για να ανεβάσει στη σκηνή την όπερά του, το αναλύει με γλαφυρότατο τρόπο στις σημειώσεις του προγράμματος, ο μουσικολόγος Γιώργος Λεωτσάκος, που μαζί με τον μαέστρο Βύρωνα Φιδετζή, έκαναν τόσα πολλά για την αποκατάσταση του έργου αυτού.

Αφίσα για το έργο του Α.ΣπανίδηΞεκινώντας από το ίδιο το έργο, η μουσική γραφή του Καρρέρ αποτελεί μια μουσική αναφορά στα πρώιμα κυρίως έργα του Βέρντι, αλλά και σε όπερες του Ντονιτσέττι και του Μπελλίνι. Ο Καρρέρ σίγουρα μέσα από την μουσική του εκφράζει την κυρίαρχη γλώσσα της όπερας της εποχής του χωρίς όμως ο ίδιος να μπορέσει να αφομοιώσει και να μεταλλάξει τις επιρροές αυτές σε μια προσωπική μουσική του γλώσσα. Το αποτέλεσμα είναι πως σε πολλά σημεία το έργο είναι τόσο μουσικά όσο και δραματικά αδύνατο, κυρίως στις πρώτες δύο πράξεις, ενώ αρχίζει να αποκτά μια ιδιαιτερότητα στις επόμενες δύο πράξεις που είναι ουσιαστικά και η ψυχή του έργου, ιδιαίτερα στο πολύ όμορφο χορωδιακό της τέταρτης πράξης, που δίκαια καταχειροκροτήθηκε από το κοινό και αποτελεί μια από τις πιο εμπνευσμένες σελίδες της μουσικής του έργου.

Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιάννη Μετζικώφ είναι τα ωραιότερα που έχω δει μέχρι σήμερα από τις δουλειές του στην ΕΛΣ. Με πανέξυπνο και πολύ λειτουργικό τρόπο χειρίστηκε τις σκηνές πλήθους, που σε ένα τόσο μικρό θέατρο αποτελούν τεράστιο πρόβλημα, σηκώνοντας σκαλωσιές που θύμιζαν τείχη, ενώ τα πολύ εντυπωσιακά κοστούμια του έδιναν μια διαχρονικότητα στο έργο αποφεύγοντας έτσι την παγίδα του «αρχαιοπρεπούς».
Στο φωνητικό επίπεδο η ΕΛΣ επιστράτευσε μια ομάδα πολύ καλών τραγουδιστών που δικαίωσαν όσο καλύτερα μπορούσαν μια δύσκολη παρτιτούρα. Η Μάρθα Αράπη έδωσε τον καλύτερο εαυτό της τόσο δραματικά όσο και φωνητικά κάνοντας τον ρόλο αυτό έναν από τους καλύτερους της καριέρας της. Ο Ανδρέας Κουλουμπής με την δυνατή και μεταλλική φωνή του μας έδωσε έναν δυναμικό Θεμιστοκλή, όπως και ο Γιάννης Χριστόπουλος που ήταν φωνητικά στην καλύτερη φόρμα του. Η Βικτώρα Μαιφάτοβα έδωσε μια σχετικά καλή Μύρτη , ενώ αναμφισβήτητα η Χορωδία της ΕΛΣ έκλεψε δίκαια την παράσταση. Η Ορχήστρα της ΕΛΣ δεν έπαιξε κάτω από φορτίσιμο όλη τη βραδιά, αναγκάζοντας τους τραγουδιστές πολλές φορές να πιέζουν υπερβολικά τη φωνή τους για να ακουστούν ,θα περιμέναμε περισσότερη ευαισθησία και χρωματισμούς από τον μαέστρο Βύρωνα Φιδετζή σε πολλά σημεία του έργου .
foto Stefanos

Η σκηνοθεσία του Ισίδωρου Σιδέρη, η πρώτη του στην ΕΛΣ, κινήθηκε σε συμβατικά επίπεδα χωρίς να ενοχλεί το έργο στην δραματική του εξέλιξη, με εξαίρεση τις χορογραφίες στην αρχή του έργου, και χωρίς υπερβολές άφησε τους τραγουδιστές να κάνουν την δουλειά τους. Μοναδική «άκομψη» σκηνή ήταν το σκαρφάλωμα της Μύρτης στον καναπέ και ο συμβολισμός με τα μαξιλάρια στην άριά της στην δεύτερη πράξη, και το πέταγμα του παιχνιδιού-στρατιώτη από το παιδί της Φεδίμης , στο τέλος του έργου, μια αντιπολεμική νότα. Με την μόνη διαφορά πως ο πόλεμος των Ελλήνων ήταν αμυντικός και όχι επιθετικός και παρά τις συμφορές και τις κακοτυχίες που φέρνει, αναγκαίος.