Ο πιανίστας Πάουλ Μπαντούρα Σκόντα αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση στον κόσμο της μουσικής. Αφού μαθήτευσε δίπλα σε μεγάλους πιανίστες για αρκετά χρόνια, ξεκίνησε την διεθνή του καριέρα μετά τον Β! Παγκόσμιο Πόλεμο με εξαιρετικές προοπτικές. Κυρίως έγινε γνωστός για τις μουσικολογικές μελέτες του στη μουσική της εποχής του Μπετόβεν και έδωσε πολλές συναυλίες με έργα του συνθέτη παιγμένα σε φορτεπιάνο, μαζί με την Καπέλλα Ακαντέμικα ορχήστρα που αποτελείται από όργανα εποχής. Η καριέρα του για αρκετά χρόνια έμεινε σε δεύτερο επίπεδο αφού οι μουσικολογικές μελέτες του τον απορρόφησαν σχεδόν εντελώς.
Στη συναυλία που έδωσε στο Μέγαρο (20/1/04), διάλεξε έργα Μπάχ, Μπετόβεν, Μπράμς και Σούμαν. Η ερμηνεία του Ιταλικού Κοντσέρτου έργο 971 του Μπάχ ήταν μάλλον αδιάφορη. Επέλεξε ιδιαίτερα γρήγορα τέμπι, όμως το παίξιμό του χαρακτηρίστηκε από μια ακαμψία, με μία αδιάφορη προσέγγιση στο μουσικό ήθος του Μπάχ. Η συχνή χρήση του πεντάλ σκίαζε την καθαρότητα των μουσικών φράσεων με αποτέλεσμα έναν συγκεχυμένο ήχο.
Η ερμηνεία του της γνωστής «Απασσιονάτας» του Μπετόβεν ήταν πολύ πιο ενδιαφέρουσα. Εδώ παρατηρούσε κανείς τα αποτελέσματα των ερευνών του στη μουσική αυτή και πώς αυτά τα αποτελέσματα προσαρμόστηκαν στον τρόπο ερμηνείας του. Το παίξιμό του , άλλοτε θυελλώδες, άλλοτε αργό, τόνισε ιδιαίτερα τα μετα-κλασσικά στοιχεία του συνθέτη, και ιδιαίτερα τα στοιχεία «sturm und drang» που δείχνουν προς τον ρομαντισμό. Όμως πολλές φορές διακρίναμε μια ακαμψία και ανελαστικότητα στους δακτυλισμούς και μια έλλειψη ομοιογένειας.
Στα «Έξι κομμάτια για πιάνο» έργο 118 του Μπράμς που ακολούθησαν ο Σκόντα χαλάρωσε και απέδωσε τα μικρά αυτά αριστουργήματα με ευαισθησία και μουσικότητα.
Τέλος το μεγάλο «Καρναβάλι» έργο 9 του Σούμαν έκλεισε την ενδιαφέρουσα αυτή βραδιά. Εδώ καταλάβαινε κανείς πως ο πιανίστας , βρισκόταν στο στοιχείο του και έφερε στην επιφάνεια τη χαρά της ζωής, το χιούμορ και το περιπαικτικό ύφος αυτών των μικρών κομματιών για πιάνο. Σίγουρα δεν είναι ίσως ένας μεγάλος βιρτουόζος, είναι όμως ένας μεγάλος μουσικός με ιδιαίτερη ευαισθησία. Μια μάλλον ανομοιογενής βραδιά στο σύνολό της με ενδιαφέρουσες στιγμές.