Το αφιέρωμα στην Μαρία Καλλας που ετοίμασε το Φεστιβάλ Αθηνών για τα 30 χρόνια από τον θάνατο της, συνεχίστηκε με την παράσταση της ομώνυμης οπερας του Κερουμπίνι στην Επίδαυρο ,40 και πλέον χρόνια μετά από την ιστορική παράσταση του ίδιου έργου με την Κάλλας.

    Τον κεντρικό ρόλο επωμίσθηκε η Άννα Κατερίνα Αντονάτσι μια από τις σημαντικότερες φωνές της εποχής μας. Η Αντονάτσι κατάφερε να βγάλει πέρα αρκετά καλά έναν τόσο δύσκολο ρόλο, αν και η κούραση στη φωνή της φάνηκε πολύ γρήγορα. Σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο και ο αέρας με την σκόνη που σήκωσε . Δραματικά έκανε ότι καλύτερο μπορούσε σε μια στατική  σκηνοθεσία που περισσότερο θύμιζε χωροθετική ένταξη παρά παράσταση  .

Ο Ιάσονας του Τ.Κέτιλσον ήταν κάτω του μετρίου, διαθέτη μια αδύνατη και προβληματική τεχνική που δεν τον βοήθησε καθόλου .  Αντιθέτως εξαιρετική ήταν η Νέρις της Ε.Σκόζα η οποία πήρε και το μεγαλύτερο χειροκρότημα. Μέτριοι ήταν και οι Α.Μ ντελ’ Οστε στον ρόλο της Γλαύκης και ο βετεράνος Ε.Καπουάνο στον ρόλο του Κρέοντα.

Η Ορχήστρα Καπέλλα Κολονιένσις είναι μια απο τις καλύτερες μπαρόκ Ορχήστρες, όμως σχεδόν δεν ακουγόταν καθόλου,  (πολλά παραστρατήματα ειδικά απο τα πνευστά) έτσι όπως ήταν χωμένη στο σκηνικό. Μήπως οι σκηνοθέτες θεωρούν την Ορχήστρα αναγκαίο κακό;  Τα ίδια συνέβησαν και στην ανεκδιήγητη «Κάρμεν» της ΕΛΣ στο Ηρώδειο. Αν ο μαέστρος δεν έχει οπτική επαφή με τους τραγουδιστές, η μαγεία του διαλόγου μαέστρου τραγουδιστών χάνεται.

Η μουσική διεύθυνση του Λ.Καρυτινού κινήθηκε σε συμβατικά επίπεδα, με ληθαργικούς χρόνους που αποδυνάμωσε την παράσταση τόσο μουσικά όσο και δραματικά. Ορχηστρα και τραγουδιστές κινήθηκαν σε εντελώς διαφορετικούς κόσμους, οι μέν έπαιζαν με μπαρόκ/κλασσικιστικό  ύφος την μουσική του Κερουμπίνι, οι δε τραγουδούσαν με ύφος «ρομαντικό» που ταίριαζε περισσότερο σε όπερες του Βέμπερ, και του Ωμπέρ. Αν κανείς ήθελε μια «αυθεντική» ερμηνεία εποχής τότε το καλύτερο θα ήταν η μετάκληση ενός Συγκροτήματος, και ερμηνευτών εξειδικευμένων σε αυτές τις ερμηνείες.

  Και διερωτάται κανείς, δεν υπήρχαν Έλληνες καλλιτέχνες άξιοι να πλαισιώσουν μια τέτοια παράσταση ; Ονόματα όπως του Καβράκου, του Σταμπόγλη, του Χατζησίμου , της Θεοδοσίου, έρχονται πρόχειρα στον νου. Δεν θα ήταν ενδιαφέρουσα μια «Μήδεια» με Έλληνες καλλιτέχνες και μάλιστα νέους οι περισσότεροι απο τους οποίους διαπρέπουν στο εξωτερικό, κάτι που και η ίδια η Κάλλας θα ήθελε; Γιατί αυτή η απαξίωσή τους απο τους υπεύθυνους και της ΕΛΣ αλλά και του Φεστιβάλ;

Μέτριο επίσης και το τυπωμένο φυλλάδιο του αφιερώματος. Τόσα λεφτά πετιόνται αλλού, χάθηκε να γίνει μια όμορφη έκδοση, πολυσέλιδη σαν βιβλίο αντάξια ενός «αφιερώματος» σε μια Κάλλας;  Ούτε καν τα βιογραφικά των συντελεστών δεν υπήρχαν.. Προχειρότητες.