Είναι σίγουρο πως η Λυρική πάσχει σαφώς από πολύ κακό timing αφού επέλεξε να εορτάσει (sic) την επέτειο των 150 χρόνων από τον θάνατο του Ροσσίνι, την ίδια ακριβώς μέρα της επετείου του θανάτου της Μαρίας Κάλλας… και μια και μιλάμε για την μεγαλύτερη σοπράνο του αιώνα , που είναι και Ελληνίδα, η αίθουσα της παλιάς Λυρικής ονομαζόταν “Αίθουσα Μαρία Κάλλας” αν θυμάμαι καλά, ονομασία που εξαφανίστηκε μετά την μετακόμιση του Θεάτρου στο Νιάρχειο, και μετονομάστηκε σε “Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος”, δηλαδή αν είμουν δισεκατομμυριούχος και έδινα χρήματα για την νέα στέγη της Λυρικής, θα εξοβέλιζα την Μαρία Κάλλας και θα έδινα το όνομά μου, αφού θα είμουν πιο σημαντικός από την μεγάλη αοιδό.
Επί του προκειμένου τώρα… Το Γκαλά Ροσσίνι με το οποίο επέλεξε η Λυρική σε συνεργασία με το Πέζαρο να εορτάσει τα 150 χρόνια από τον θάνατο του «Κύκνου του Πέζαρο» (όπως ονόμαζαν τον Ροσσίνι), έγινε σε συνεργασία με το Tempo Forte, το οποίο αν δεν κάνω λάθος απαιτεί την συνεργασία αποκλειστικά Ελλήνων και Ιταλών καλλιτεχνών, (όπως άλλωστε αναφέρει και στο εισαγωγικό του σημείωμα ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής στο πρόγραμμα) κάτι που εδώ δεν ίσχυε.
Ο Καβάγιας που επρόκειτο να τραγουδήσει, ακύρωσε , κάτι που κανείς δεν είχε την ευγένεια να ανακοινώσει στο κοινό, και αντικαταστάθηκε από τον Iσπανό Χουάν Σάντσο…
Και εύλογα ρωτάει κανείς, δεν υπήρχε Ελληνας τραγουδιστής να αντικαταστήσει τον Καβάγια ; και όχι μόνον αυτόν, έλαμψαν με την απουσία τους τρεις σημαντικότατοι καλλιτέχνες εξειδικευμένοι στον Ροσσίνι, οι οποίοι έχουν τραγουδήσει στο Φεστιβάλ του Πέζαρο, ο Χριστόφορος Σταμπόγλης, μια από τις σημαντικότερες φωνές που έχουμε, ο Αντώνης Κορωναίος ο οποίος μάλιστα έχει σπουδάσει το είδος στο Πέζαρο με τον Ματεούτζι, και η κοντράλτο Μαρίτα Παπαρίζου, η μοναδική φωνή κοντράλτο που υπάρχει στη χώρα μας, (ο Ροσσίνι άλλωστε τους σημαντικότερους ρόλους τους είχε γράψει για αυτή τη φωνή), τραγουδιστές παροπλισμένοι από την ΕΛΣ. Μάλιστα την ίδια μέρα η ΕΡΤ 2 παρουσίαζε τον «Τανκρέντι» σε βιντεοσκοπημένη συναυλία στο στούντιο, με την Μαρίτα Παπαρίζου στον κεντρικό ρόλο, τον Νικόλα Πιζανιέλλο, την Αλέσσια Γκριμάλντι, την Μαργαρίτα Συγγενιώτου και τον Θοδωρή Καρδαρά σε μουσική διεύθυνση Στέφανο Ρομάνι, έργο που για πρώτη φορά παρουσιάζεται στην Ελλάδα, υπό την αιγίδα του Tempo Forte, και του Φεστιβάλ του Πέζαρο. Μήπως η διεύθυνση της Λυρικής θα έπρεπε να είχε προγραμματίσει ένα έργο του Ροσσίνι που δεν έχει ξανανέβει στη χώρα μας, ή θεωρείται από τους υπεύθυνους κατώτερος από τον Γιάνατσεκ και τους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες που παρουσιάζονται αβέρτα στην εναλλακτική σκηνή ; To επαναλαμβάνω μπας και ακούσει κανείς, η Λυρική είναι Εθνικό Θέατρο και οφείλει να παρουσιάζει όλο το εύρος του οπερατικού ρεπερτορίου από τον Μοντεβέρντι μέχρι τον Ανταμς, και όχι μόνο ότι αρέσει στον εκάστοτε Καλλιτεχνικό Διευθυντή. Για να μην αναφερθούμε στο μείζον πρόβλημα των διανομών που πρέπει να αναλαμβάνει άνθρωπος με γνώση φωνών. Θα έπρεπε επίσης να υπάρχει κάποιος επαΐων ο οποίος θα πηγαίνει στα Ωδεία και στους Διεθνείς διαγωνισμούς, για να παρακολουθεί τα νέα ταλέντα, πριν αυτά φύγουν για το εξωτερικό… αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Στο “γκαλά” λοιπόν που παρουσίασε η ΕΛΣ, παρουσιάστηκαν ουσιαστικά γνωστά έργα του Ροσσίνι, τίποτα δηλαδή το ιδιαίτερο από πλευράς ρεπερτορίου.
Η συναυλία ξεκίνησε με μια προσπάθεια ερμηνείας της εισαγωγής από την “Ιταλίδα στο Αλγέρι” ενώ στη συνέχεια η Β. Καραγιάννη και ο Δ. Σούρμπης ερμήνευσαν το ντουέτο Ροζίνας Φίγκαρο από τον “Κουρέα της Σεβίλλης”. Καλή προσπάθεια εκ μέρους της Β. Καραγιάννη σε ένα ρόλο που τον έχει ξανατραγουδήσει, όπως και η βροντώδης φωνή του Δ. Σούρμπη. Εδώ μία παρατήρηση, ο Ροσσίνι δεν είναι ούτε Βέρντι ούτε Ντονιτζέτι, ούτε Μπελίνι, ούτε Πουτσίνι, το να φωνάζει κανείς λες και ερμηνεύει βερίσμο, είναι τουλάχιστον εκτός τόπου και χρόνου, και τελείως εκτός του Ροσσινιακού ύφους.
Ο Χουάν Σάντσο στη συνέχεια ερμήνευσε την άρια και την καβατίνα του Ουμπέρτο από την “Κυρά της Λίμνης” όπου είχε την δυνατότητα να επιδείξει τις φωνητικές του δυνατότητες. Πολύ όμορφη φωνή με ευκολία στις κολορατούρες αλλά μάλλον μικρή σε όγκο, πάντως ήταν ο μόνος που βρισκόταν μέσα στο πνεύμα του συνθέτη. Πολύ καλός και στο ντουέτο του με την Μ.Ε.Νέζη, από την «Σταχτοπούτα».
Η Τσέλια Κοστέα στη συνέχεια ερμήνευσε την μεγάλη προσευχή της Παμίρας από την “Πολιορκία της Κορίνθου”. Θα της συνιστούσα  να αφήσει αυτό το ρεπερτόριο κατα μέρος, ειδικά τον Ροσσίνι, γιατί η φωνή της είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που πρέπει γιαυτό το είδος. Έξυπνα φερόμενη βέβαια ερμήνευσε δύο άριες , από την “Πολιορκία “και τον “Γουλιέλμο Τέλλο”, αργές άριες χωρίς απαιτήσεις τεχνικές, όμως όλος ο τρόπος ερμηνείας θύμιζε περισσότερο βερίσμο και Βέρντι. Η φωνή έχει εξελιχθεί σε μια λυρικοδραματική σοπράνο εντελώς ξένη ως προς το Ροσσίνιο ύφος.
Ο Πάολο Μπορντόνια είναι γνωστός στο κωμικό ρεπερτόριο του Ροσσίνι γιαυτό δεν κατάλαβα την επιλογή της άριας του Γκοτάρντο από την “Κλέφτρα Κίσσα”, άρια που ερμήνευσε μάλλον αδιάφορα, ενώ ξαναβρήκε τον καλό εαυτό του στα δύο αποσπάσματα από τον “Τούρκο στην Ιταλία”.
Πάντως μαζί με τον Χ.Σάντσο ήταν οι μόνοι δύο τραγουδιστές της βραδιάς εξειδικευμένοι στον Ροσσίνι.
Η Β. Καραγιάννη ανέβασε την αδρεναλίνη του κοινού και μας αποζημίωσε με μια εξαιρετική ερμηνεία της δυσκολότατης άριας της Κόμησας Αντέλε από τον “Κόμη Ορύ”, όπου απέδειξε για μια ακόμα φορά πως είναι η αδιαμφισβήτητη κολορατούρα σοπράνο που διαθέτει η χώρα μας. Η ερμηνεία της υπήρξε παραδειγματική. Ηταν πραγματικά το highlight της βραδιάς.
Το πρώτο μέρος έκλεισε με ένα ντουέτο από την “Σταχτοπούτα” με την Μ.Ε.Νέζη (ρόλο που είχε ερμηνεύσει και παλαιότερα), και τον Χ. Σάντσο, που μας άφησε μάλλον αδιάφορους, ενώ ήταν συγκριτικά κάπως καλλίτερη στην προσευχή της Δεισδαιμόνας από τον “Οθέλλο”. Δεν νομίζω πως της πάει αυτό το ρεπερτόριο όσο το μπαρόκ στο οποίο άλλωστε διαπρέπει διεθνώς, όπως λέει και η διαφήμιση “ο καθείς στο είδος του…”
Ο Δ. Σούρμπης ξεσήκωσε, όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, το κοινό με την άρια του Φίγκαρο από τον “Κουρέα της Σεβίλλης” την οποία ερμήνευσε με έναν τρόπο που κατα τη γνώμη μου δεν δικαίωνε την μουσική του Ροσσίνι. Τραγούδησε εκκωφαντικά δυνατά, κάτι που δεν χρειάζεται ειδικά στην αίθουσα αυτή, με ένα τρόπο που θύμιζε παλιομοδίτικο τρόπο ερμηνείας της δεκαετίας του 50. Είναι αναμφισβήτητα ένας εξαιρετικός τραγουδιστής με μια δυνατή και εύρωστη φωνή, όμως εδώ ήταν υπερβολικός.
Τέλος όλη η γιορτή έκλεισε με το τρίο της Β! Πράξης από τον “Κουρέα της Σεβίλλης” με τους Μ.Ε.Νέζη, Δ. Σούρμπη και Χ. Σάντσο. Οι προαναφερθείσες αντιρρήσεις ισχύουν και εδώ.
Ήταν μια άνιση βραδιά που παρά ορισμένες όμορφες στιγμές με άφησε αδιάφορο ενώ προς το τέλος η διάθεσή μου έπεσε δραματικά σε βαθμό βαρεμάρας. Ο Ροσσίνι είναι χαρά, είναι φως, δύο στοιχεία που έλλειπαν από αυτή τη συναυλία, ακόμα και η Ορχήστρα υπό την διεύθυνση του Σ.Ρόλλι, ήταν μέτρια σε απόδοση.
Τελικά ο μόνος που δεν δικαιώθηκε ήταν ο ίδιος ο συνθέτης αφού πέθανε για άλλη μια φορά.