Ο Μαξίμ Βένγκεροφ όπως λένε και οι δικοί του άνθρωποι, γεννήθηκε με ένα βιολί στο χέρι του. Αυτή την φήμη, την δικαίωσε απόλυτα με την Συναυλία που έκλεινε την Ευρωπαϊκή Περιοδεία του, στο Ηρώδειο. Μαζί του εμφανίσθηκε και το Συγκρότημα εγχόρδων που έχει δημιουργήσει, τους «Σολίστες Βένγκεροφ».
Το Πρόγραμμα της συναυλίας του ήταν μάλλον ανομοιογενές, όμως προέβαλλε όλα του τα χαρίσματα, και ο Βένγκεροφ έχει πάρα πολλά. Με πολύ μεγάλη μουσικότητα και ωριμότητα κυρίως, ερμήνευσε στην αρχή την 3η Σονάτα για βιολί και πιάνο του Μπράμς. Η ερμηνεία του υπήρξε εξαιρετική, και αντάξια ενός πολύ μεγάλου μουσικού που μας έφερνε στον νου τούς μεγάλους ερμηνευτές των αρχών του αιώνα. Ιδιότυπη ίσως, αλλά σίγουρα με άποψη και κυρίως με ένα εσωτερικό πάθος που σπάνια βρίσκουμε σήμερα στους μεγάλους σολίστες ειδικευμένους στο ρεπερτόριο αυτό.

Το πρώτο μέρος από το κοντσέρτο του Ντιντιέ Λόκγουντ, μας αποκάλυψε το ενδιαφέρον του Βένγκεροφ για ένα πιο σύγχρονο ρεπερτόριο, όμως το ίδιο το έργο είναι χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, και μουσικά αμήχανο. Σαφέστατες οι επιρροές της Τζαζ , αλλά και πολλών άλλων συνθετών σύγχρονων αφού το έργο είναι γραμμένο το 1996 και είναι παραγγελία του Βένγκεροφ.
Το δεύτερο μέρος της συναυλίας ήταν , όπως είπε και ο ίδιος ο Βένγκεροφ, αφιερωμένη στα encore, σε μικρά δηλαδή μουσικά κομμάτια που εντάσσουν στο ρεπερτόριό τους οι μεγάλοι ερμηνευτές σαν ένα πρόσθετο δώρο στο κοινό και σαν κομμάτια που αποκαλύπτουν την δεξιοτεχνία τους, κομμάτια που διάλεξε ο Βένγκεροφ για να κολακέψει το κοινό του, το οποίο πιθανώς να σκέφθηκε πως κουράστηκε από το πρώτο μέρος. Η ατμόσφαιρα άλλαξε λοιπόν και το κοινό του Ηρωδείου, σε ύφος music caffe, απήλαυσε μια σειρά από εύπεπτα ευχάριστα μουσικά κομμάτια. Ένοιωθε όμως κανείς πως κάτι έλλειπε, ίσως μια τέτοια επιλογή να είναι ευχάριστη αλλά και χωρίς ιδιαίτερο νόημα, ειδικά σε μια τέτοια συναυλία. Θα ευχόταν κανείς να είχε ερμηνεύσει μια σονάτα του Μπετόβεν, ή του Μότσαρτ, κάτι που να έδενε το πρώτο με το δεύτερο μέρος, και που θα ήταν αντάξιο της μουσικότητάς του, και όχι να αναλώνεται σε άσκοπες δεξιοτεχνικές ασκήσεις.
Πρέπει εδώ να αναφέρουμε και την μοναδική μουσική συνοδεία του πιανίστα Βάγκ Παπιάν ο οποίος είναι Διευθυντής ορχήστρας στην Όπερα της Αρμενίας και μαθητής του Ιλια Μούσσιν. Ας ελπίσουμε πως θα έρθει ξανά στην Ελλάδα για να δώσει ένα ατομικό ρεσιτάλ έτσι ώστε να απολαύσουμε τόσο την δεξιοτεχνία του όσο και την μουσικότητά του.